10/1/10
Νεκρομαντείο του Αχέροντα
10/1/10
Το πιο φημισμένο νεκρομαντείο του αρχαίου ελληνικού κόσμου βρίσκεται κοντά στις βορειοδυτικές όχθες της Αχερουσίας λίμνης, στο σημείο όπου ενώνονται τα ποτάμια του Άδη, ο Αχέροντας με τον Κωκυτό. Στις αρχαίες πηγές η τοποθεσία της Αχερουσίας λίμνης περιγράφεται ως το σημείο κατάβασης των νεκρών στον Άδη και η Εφύρα, η πόλη της Ηπείρου που βρίσκεται λίγο βορειότερα, συνδέεται με πανάρχαιη λατρεία της θεότητας του θανάτου. Στο νεκρομαντείο πήγαιναν οι πιστοί για να συναντήσουν τις ψυχές των νεκρών, που μετά την απελευθέρωσή τους από το σώμα αποκτούσαν την ικανότητα να προβλέπουν το μέλλον. Η παλαιότερη αναφορά του νεκρομαντείου του Αχέροντα γίνεται από τον Όμηρο στην Οδύσσεια, όταν η Κίρκη συμβουλεύει τον Οδυσσέα να συναντήσει στον Κάτω Κόσμο τον τυφλό μάντη Τειρεσία και να πάρει χρησμό για την επιστροφή στην πατρίδα του (κ 488 κ.ε.), και αμέσως παρακάτω δίνει τη συναρπαστική περιγραφή της καθόδου του Οδυσσέα, ενός θνητού, στον Άδη (λ 24 κ.ε.). Η ομοιότητα της ομηρικής περιγραφής με τη θέση του νεκρομαντείου είναι εκπληκτική, στοιχείο που παρατηρεί και ο Παυσανίας σχεδόν χίλια χρόνια αργότερα, θεωρώντας ότι ο Όμηρος πρέπει να είχε δει τα μέρη αυτά (1.17.5). Ωστόσο, στην ελληνική μυθολογία και άλλοι ήρωες είχαν τολμήσει αυτή την κατάβαση στον Άδη: ο Ορφέας για να φέρει στη γη την αγαπημένη του Ευρυδίκη, ο Ηρακλής για να φέρει στο βασιλιά Ευρυσθέα τον Κέρβερο, τον τρικέφαλο σκύλο-φύλακα της εξόδου από τον Άδη, και ο Θησέας με τον Πειρίθου για να αρπάξουν την Περσεφόνη.
Η παλαιότερη χρήση του λόφου όπου σώζεται το νεκρομαντείο ανάγεται στη μυκηναϊκή εποχή (14ος-13ος αι. π.Χ.), στην οποία χρονολογούνται τρεις παιδικοί τάφοι με λιγοστά ευρήματα. Αργότερα στο χώρο πρέπει να ιδρύθηκε ιερό αφιερωμένο στη θεότητα της Γης, όπως δείχνουν όστρακα αγγείων και πήλινα ειδώλια, που βρέθηκαν στους δυτικούς πρόποδες του λόφου και χρονολογούνται μέχρι και τα μέσα του 7ου αι. π.Χ. Τα σωζόμενα λείψανα του νεκρομαντείου χρονολογούνται στην ελληνιστική περίοδο. Το κύριο τμήμα του ιερού χρονολογείται στους πρώιμους ελληνιστικούς χρόνους (τέλη 4ου - αρχές 3ου αι. π.Χ.), ενώ σε μια δεύτερη οικιστική φάση, στο τέλος του 3ου αι. π.Χ., προστέθηκε στα δυτικά του αρχικού ιερού ένα συγκρότημα με μια κεντρική αυλή, γύρω από την οποία υπήρχαν δωμάτια και αποθήκες. Το ιερό με αυτή τη μορφή λειτούργησε αδιάλειπτα για δύο αιώνες περίπου. Με την κατάκτηση της Μακεδονίας από τους Ρωμαίους πυρπολήθηκε το 167 π.Χ., οπότε και τελείωσε η λειτουργία του. Στον 1ο αι. π.Χ. με την εγκατάσταση Ρωμαίων εποίκων στην πεδιάδα του Αχέροντα, η αυλή του ιερού κατοικήθηκε πάλι. Στις αρχές του 18ου αιώνα στο χώρο οικοδομήθηκε η μονή του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου, που σώζεται μέχρι σήμερα, και το αντίστοιχο νεκροταφείο.
Το νεκρομαντείο ανασκάφηκε τα έτη 1958-1964 και 1976-1977 υπό την αιγίδα της Αρχαιολογικής Εταιρείας και ήταν το πρώτο ιερό και μαντείο των θεών του Κάτω Κόσμου που έγινε γνωστό.
«Θαύμα» ακουστικής χαρακτηρίζεται το Νεκρομαντείο του Αχέροντα σε έρευνα των διδακτόρων του Τμήματος Αρχιτεκτόνων του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Παναγιώτη Καραμπατζάκη και Βασίλη Ζαφρανά, που παρουσιάστηκε σε επιστημονικό συνέδριο στην Ιταλία.
Οι δύο επιστήμονες κατέληξαν στο συμπέρασμα, ύστερα από μελέτη 12 ετών, ότι στην υπόγεια αίθουσα του νεκρομαντείου, βασιλεύει απόλυτη ησυχία.Όπως αναφέρουν, πρόκειται για έναν πολύ καλά ηχομονωμένο θάλαμο, που τα 15 τόξα του μειώνουν στο ελάχιστο την αντήχηση.Έτσι, δεν είναι τυχαίο που το Νεκρομαντείο του Αχέροντα θεωρούνταν το «Κατώφλι του Κάτω Κόσμου».Οι κ.κ. Καραμπατζάκης και Ζαφρανάς, χρειάστηκαν αλλεπάλληλες μετρήσεις και διαφορετικά και εξελιγμένα τεχνολογικά μέσα, για να επιβεβαιώσουν αυτό το φαινόμενο.
Η παρατήρηση των τόξων, σε συνδυασμό με τις ιδιαίτερα χαμηλές τιμές του χρόνου αντήχησης και του θορύβου βάθους, οδήγησαν τους δύο ερευνητές στο συμπέρασμα ότι ο χώρος ήταν συνειδητά κατασκευασμένος, ώστε να δημιουργεί στον επισκέπτη του έντονα ψυχοακουστικά φαινόμενα.Χαρακτηριστικό είναι ότι οι ακουστικές τιμές, πλησιάζουν την ακουστικότητα που υπάρχει στους ανηχοϊκούς θαλάμους (σύγχρονα εργαστήρια ακουστικής).
Στόχος των αρχαίων κατασκευαστών του Νεκρομαντείου του Αχέροντα ήταν να αποπροσανατολίζουν τις αισθήσεις του επισκέπτη, δίνοντάς του την ψευδαίσθηση της επαφής με τον Κάτω Κόσμο.Μάλιστα, οι επιστήμονες υποστηρίζουν ότι δεν είναι δυνατό να αντιληφθούμε την μεγέθυνση των ψυχοακουστικών φαινομένων, αν αναλογιστούμε ότι οι επισκέπτες του Νεκρομαντείου περνούσαν από σωματικές και ψυχικές δοκιμασίες.
πηγές:
- Νεκρομαντείο του Αχέροντα
- Θαύμα ακουστικής το Νεκρομαντείο του Αχέροντα
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου